Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024

ev media-logo

Η πονεμένη γριούλα. Ποίημα της Κικής Κουκούτση

790

 

Έξω η νύχτα παγερή 

κι είμαι γριούλα μοναχή

κι ανάβω το καντήλι 

γέρνω στην έρμη κλίνη 

 

 

Σκέψεις μου μπαίνουνε πολλές 

μες το μυαλό κι είν’ θολές 

πονούν τα πόδια δυνατά 

από τα έρμα αρθριτικά 

 

 

Μες την τυράννια μου αυτή 

ακούω πνιγμένη μια φωνή 

-Γιαγιά άνοιξε για να μπω

πεινώ, κρυώνω το φτωχό 

 

 

Πόνεσε η καρδούλα μου 

κι ανοίγω την πορτούλα μου 

Θε μου τι φρίκη, τι χαμός

Για μένα ήλθε ο τελειωμός 

 

Ορμούν στο σπίτι δυό ληστές 

σαν άγριοι κατακτητές 

και με χτυπούνε δυνατά 

και μου ζητάνε τα λεφτά 

 

 

Το σπίτι λεηλάτησαν 

δεμένη μ’ απαράτησαν 

Τώρα μέσα στα γηρατειά 

πως ταπεινώθηκα η φτωχιά 

 

 

Καλά που ήλθ’ η γειτονιά 

και μ΄ έλυσαν απ΄τα σχοινιά 

που με κρατούσανε γερά 

πνιγμένη μες τα αίματα 

 

 

Αυτό που έπαθα εγώ 

ποτέ μου πια δεν το ξεχνώ 

γριούλα ήμουν και φτωχιά 

μα είχα αξιοπρέπεια…