Τετάρτη, 24 Απριλίου 2024

ev media-logo


Μια αισιόδοξη πτώση. Ο Διονύσης Παρούτσας για τα 30 χρόνια από την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου

άρθρο από την έντυπη έκδοση

Πέρασαν ήδη 30 χρόνια. Άνθρωποι που σήμερα είναι στην ακμή της ηλικίας τους δεν έχουν καμιά προσωπική μνήμη από το γεγονός. Εντούτοις ήταν ένα γεγονός-ορόσημο, από αυτά που λίγοι έχουν την τύχη να ζήσουν.  Και το βράδυ της 9ης προς 10 Νοεμβρίου του 1989 αποτελεί ορόσημο όχι μόνο για την γερμανική αλλά για την ευρωπαϊκή ιστορία γενικότερα. Εκείνη τη νύχτα, από ένα λάθος του εκπροσώπου τύπου της Ανατολικής Γερμανίας, ο κόσμος πήρε θάρρος και κατευθύνθηκε σύσσωμος προς το τείχος που μέχρι τότε χώριζε την Γερμανική πρωτεύουσα στα δύο.877

Βέβαια όλο το 1989, σε ολόκληρο τον κόσμο τα κομμουνιστικά καθεστώτα παρέπαιαν. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, θέλοντας να περιορίσει τα μυθώδη ποσά που ξοδεύονταν για τη συντήρηση του «σιδηρού παραπετάσματος», αποφάσισε να επιτρέψει στις χώρες - δορυφόρους του ανατολικού μπλοκ να αποφασίσουν μόνες τους αν θα παρέμεναν σε αυτό ή αν θα έφευγαν.

Μια τέτοια απόφαση φυσικά αποτέλεσε την θρυαλλίδα που πυροδότησε μια σειρά εξελίξεων σε όλες τις χώρες που η μία μετά την άλλη άρχισαν να στρέφονται προς τη Δύση.

Στη Ρουμανία αυτό δεν έγινε αναίμακτα. Την πλήρωσε ο λαός αλλά και ο ηγέτης του κόμματος Τσαουσέσκου που εκτελέστηκε σε δημόσια σχεδόν θέα. Στην Κίνα την πλήρωσε μόνο ο λαός, εκεί το καθεστώς έπνιξε την αντίδραση στο αίμα, στην πλατεία Τιεν Αν Μεν.

Στην Ανατολική Γερμανία, τις προηγούμενες μέρες είχε δοθεί εντολή στο στρατό να είναι προσεκτικός, είχε εφοδιαστεί με πυρομαχικά και τα νοσοκομεία τέθηκαν σε κατάσταση ετοιμότητας ώστε να μπορέσουν να περιθάλψουν τυχόν τραυματίες. Το καθεστώς έπνεε τα λοίσθια αλλά δεν σκόπευε να παραδοθεί αμαχητί.

Εντούτοις, καθώς τα σύνορα είχαν ανοίξει στις άλλες χώρες, οι ανατολικογερμανοί περνούσαν μέσω Τσεχοσλοβακίας στη Δύση και το κράτος πολύ σύντομα θα έμενε χωρίς εργατικό δυναμικό.

Έπρεπε λοιπόν να εφαρμοστεί ένας νέος, πιο φιλελεύθερος ταξιδιωτικός νόμος που θα επέτρεπε τουλάχιστον την μετάβαση και την επιστροφή από το Δυτικό τομέα του Βερολίνου ακώλυτα. Από κακή συνεννόηση, κι ενώ ο νόμος επρόκειτο να ισχύσει μετά τα Χριστούγεννα, δόθηκε η εντύπωση ότι ισχύς του ξεκινούσε αμέσως.

Τα δυτικά πρακτορεία ειδήσεων μέσα σε λίγα λεπτά και η ανατολικογερμανική τηλεόραση αργότερα αναμετέδωσαν τη συνέντευξη και τα νέα αγνοώντας ή ξεκαθαρίζοντας με δική τους πρωτοβουλία τις ασάφειες και συνοψίζοντας την είδηση στο γεγονός ότι το τείχος άνοιξε.

Οι Ανατολικοβερολινέζοι ακούν τις ειδήσεις από το Δυτικό Βερολίνο, βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο στους δρόμους και κατευθύνονται προς το τείχος. Εκεί συναντούν τους έκπληκτους συνοριοφύλακες και το προσωπικό ελέγχου διαβατηρίων, που δεν είχαν ιδέα για τη νέα ρύθμιση και είχαν τόσα χρόνια εκπαιδευτεί να θεωρούν το τείχος ιερό και απαραβίαστο.

Αρχικά καλούν τον κόσμο να φύγει και να απευθυνθεί την επόμενη μέρα στις υπηρεσίες έκδοσης διαβατηρίων. Το πλήθος όμως αυξάνεται συνεχώς και αρχίζει να χάνει την υπομονή του. Μπροστά στον κίνδυνο να λιντσαριστεί από τις μάζες το προσωπικό του μεθοριακού φυλακίου Μπορνχόλμερ Στράσε ανοίγει τις πύλες στις 23:00. Σύντομα ακολουθούν και άλλα φυλάκια.

Οι εικόνες που μεταδίδονται από την τηλεόραση ενθαρρύνουν και άλλους Ανατολικοβερολινέζους να κατέβουν στο τείχος πεζοί ή με αυτοκίνητα και να δοκιμάσουν μια βόλτα στο Δυτικό Βερολίνο. Μέχρι το πρωί της 10ης Νοεμβρίου όλες οι πύλες του τείχους έχουν ανοίξει διάπλατα και οι πολίτες τις περνούσαν χωρίς έλεγχο.877 2

Οι κάτοικοι του Δυτικού Βερολίνου δέχτηκαν τους πολίτες της ΛΔΓ με ενθουσιασμό. Οι πιο πολλές μπυραρίες στην περιοχή του τείχους πρόσφεραν δωρεάν μπύρα, τα αυτοκίνητα άρχισαν να κορνάρουν και άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι αγκαλιάζονταν. Μέσα στην ευφορία της βραδιάς σκαρφάλωναν στο τείχος και Δυτικοβερολινέζοι, ενώ άλλοι περνούσαν από την απροσπέλαστη ως τότε Πύλη του Βραδεμβούργου. Μόλις έγινε γνωστό ότι άνοιξε το τείχος, η δυτικογερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή στη Βόννη διέκοψε τη συνεδρίαση, που αφορούσε στη συζήτηση του προϋπολογισμού. Μερικοί βουλευτές τραγούδησαν αυθόρμητα τον Εθνικό Ύμνο.

Έτσι έπεσε το τείχος. Έτσι η Ιστορία προχώρησε ένα βήμα μπροστά και αποκαταστάθηκε η ισορροπία. Το τείχος που επί 28 χρόνια κρατούσε διαιρεμένη μια πόλη, που συμβόλιζε μια άσχημη για την ανθρωπότητα περίοδο, χάθηκε σε μια νύχτα, μην αντέχοντας την πίεση του λαού.

Γιατί ο λαός, οι πολίτες ήταν αυτοί που το γκρέμισαν. Μπορεί πριν λίγα χρόνια ο Γκορμπατσώφ, ο Ρήγκαν και ο Κόλ να πήγαν στις εκδηλώσεις και να τιμήθηκαν ως οι άνθρωποι που συνέβαλαν στην πτώση του, αυτό όμως που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου.

Σε όλη τη διαδρομή της η Ιστορία έχει να δείξει πως «η ανωμαλία», η βία, η καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και η καταπίεση δεν διαρκούν παρά για μια ανθρώπινη γενιά το πολύ. Στην ουσία δεν διαρκούν περισσότερο από όσο ζει ένας τύραννος. Αυτό αποδείχτηκε με τις δικτατορίες του Φράνκο και του Πινοσέτ, το ναζισμό του Χίτλερ, τις τρομερές περιόδους της ιεράς εξέτασης του Μεσαίωνα, τις βάρβαρες περιόδους του Βυζαντίου, τις άσχημες στιγμές της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με τους διάφορους Λούκουλους και Νέρωνες.

Η Ιστορία ακολουθεί τους δικούς τους ρυθμούς, ανατάσσει πάντα τις απάνθρωπες περιόδους και όσο και αν υποφέρουν οι άνθρωποι που ζουν τα γεγονότα, στο τέλος το καλό νικάει. Κι αυτό είναι ίσως το πιο αισιόδοξο συμπέρασμα που μπορεί να βγάλει κανείς από την Ιστορία, ένα συμπέρασμα που δίνει δύναμη σε κάθε ανθρωπιστική σκέψη, σε κάθε επαναστάτη που αντιμάχεται οποιαδήποτε καταπίεση.