Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024

ev media-logo


Σύγχρονοι Προμηθείς. Το άρθρο του Διονύση Παρούτσα

Πριν από αρκετό καιρό ανακοινώθηκε η παρακάτω είδηση: «Ερευνητές του Χάρβαρντ δημιούργησαν το πρώτο τεχνητό ριβόσωμα, το εργοστάσιο των κυττάρων που παράγει τις πρωτεΐνες, σε ένα επίτευγμα που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στη φαρμακοβιομηχανία αλλά και στη δημιουργία τεχνητών μορφών ζωής.

texniti-zoi

Το ριβόσωμα, μια περίπλοκη μηχανή που υπάρχει σε μεγάλους αριθμούς στα κύτταρα όλων των ζωντανών οργανισμών, κατασκευάζει τις πρωτεΐνες που χρειάζονται τα κύτταρα ακολουθώντας τις οδηγίες που δίνει το DNA: Οι πληροφορίες που περιέχει κάθε γονίδιο αρχικά μεταγράφονται σε ένα μόριο RNA, το οποίο στη συνέχεια μετακινείται στο ριβόσωμα και λειτουργεί σαν «καλούπι» για τη σύνθεση των πρωτεϊνών.

Ο Δρ Τζορτζ Τσερτς, καθηγητής Γενετικής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, είναι ο πρώτος που καταφέρνει να δημιουργήσει ριβοσώματα από το μηδέν, μέσα στο δοκιμαστικό σωλήνα.

Τα συνθετικά ριβοσώματα θα μπορούσαν στο μέλλον να αξιοποιηθούν για την παραγωγή φυσιολογικών ή τεχνητών πρωτεϊνών που λειτουργούν ως φάρμακα. Σήμερα, τέτοια φάρμακα είτε απομονώνονται από ζώα είτε παράγονται από ζωντανούς, γενετικά τροποποιημένους μικροοργανισμούς.

Με τα τεχνητά ριβοσώματα, αντίθετα, «μπορούμε να περάσουμε απευθείας στη σύνθεση πρωτεϊνών» δήλωσε στο Reuters o Δρ Τσερτς. Μάλιστα η ομάδα του έχει ήδη χρησιμοποιήσει τα ριβοσώματα για να συνθέσει τη λουσιφεράση, την πρωτεΐνη που κάνει τις πυγολαμπίδες να λάμπουν.

Το επίτευγμα του Τσερτς φέρνει ένα βήμα πιο κοντά τη δημιουργία τεχνητών μορφών ζωής. Η εταιρεία Synthetic Genomics που ίδρυσε ο πρωτοπόρος της γενετικής Κρεγκ Βέντερ προσπαθεί να δημιουργήσει τεχνητά βακτήρια και έχει ήδη συναρμολογήσει το πρώτο τεχνητό γονιδίωμα.

Σύμφωνα με τον Τσερτς, η απλούστερη δυνατή τεχνητή μορφή ζωής θα χρειαζόταν 151 γονίδια για να επιτελεί τις βασικές λειτουργίες ενός ζωντανού κυττάρου (οι ιοί μπορεί να έχουν λιγότερα γονίδια, δεν θεωρούνται όμως ζωντανοί οργανισμοί)».

Η είδηση αυτή είναι τόσο απίστευτη, τόσο σπουδαία, που είναι να απορεί κανείς γιατί δεν παίχτηκε από όλα τα κανάλια. Ο άνθρωπος με την πρόοδό του στη βιολογία έχει φτάσει πλέον στο κατώφλι του απώτερου στόχου του: την δημιουργία τεχνητής ζωής!

Μετά την τεχνητή ευφυία, τα έξυπνα μηχανήματα, τα αυτόματα συστήματα, τώρα πλησιάζει το «άγιο δισκοπότηρο» της επιστήμης, την ίδια τη ζωή.

Αξίζει άραγε τον κόπο; Επιτρέπεται να παίζουμε με τα δομικά στοιχεία της ύπαρξής μας; Τι αποτέλεσμα μπορεί να έχει ένας τεχνητός ιός που θα κατασκευαστεί στο εργαστήριο για πολεμικούς σκοπούς; Μήπως αποτελεί ύβρη προς τον Δημιουργό;

Τα ερωτήματα αυτά δεν έχουν εύκολη απάντηση. Αν ρωτήσεις έναν ασθενή με έλλειψη μιας πρωτεΐνης που του κάνει τη ζωή αφόρητη, ασφαλώς θα υποστηρίξει ότι με την νέα ανακάλυψη ελπίζει πως θα βρει τη γιατρειά του. Και δεν μπορεί να του ρίξει άδικο κανείς. Αν ρωτήσεις τους επιστήμονες που εργάζονται στο συγκεκριμένο πρότζεκτ θα υποστηρίξουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, ότι τα κίνητρά τους είναι αγνά και οι προθέσεις τους ακραιφνώς ανθρωπιστικές. Μήπως ο Φλέμιγκ που ανακάλυψε την πενικιλίνη δεν έπαιξε με τα δομικά συστατικά της ζωής; Πόσο έχει βελτιωθεί η ανθρώπινη ζωή μετά από αυτό;

Πλησιάζουμε λοιπόν να γίνουμε θεοί; Δεν αποκλείεται. Στο κάτω – κάτω, ακόμα και θεολογικά να το δει κανείς το ζήτημα, δεν είναι απώτερο «τέλος» για τον άνθρωπο η θέωσή του; «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» δεν μας έφτιαξε ο Θεός, σύμφωνα με τις Γραφές; Εκείνο όμως που είναι επικίνδυνο, με όλες αυτές τις ανακαλύψεις, είναι μήπως, χωρίς να είμαστε έτοιμοι, σαν άλλοι μαθητευόμενοι μάγοι του Φάουστ, μπερδευτούμε με δυνάμεις που είναι πάνω από τις δυνατότητές μας να διαχειριστούμε. Και τότε ίσως τα αποτελέσματα να είναι καταστροφικά.

Αλλά και πάλι, όταν στις αρχές του 19ου αιώνα, ανακαλύφθηκε ότι τα νεκρά μέλη ενός βατράχου μπορούν να κινηθούν αν τους διοχετευθεί ηλεκτρικό ρεύμα, και τότε όλοι είχαν πιστέψει ότι βρεθήκαμε κοντά στο μυστικό της δημιουργίας της ζωής. Και τότε είχαν όλοι τρομάξει. Η Μαίρη Σέλεϊ έγραψε, τότε, το πολύκροτο διήγημά της «Φρανκενστάιν, ή ο σύγχρονος Προμηθέας», που έμελε να αντιπροσωπεύει εσαεί τον φόβο του ανθρώπου απέναντι στα δημιουργήματά του.

Ίσως λοιπόν όλες αυτές οι αντιρρήσεις να μην αποτελούν παρά μόνο μια επάνοδο του περίφημου «τέρατος».